ΠΩΓΩΝΙ
Η ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ!!!
Η τοπική γυναικεία ενδυμασία του Πωγωνίου ονομάζεται "τα πωγωνήσια" ή "τα σεγκούνια". "Αρμάτωμα" είναι ένας συνηθισμένος χαρακτηρισμός της πλήρως "εξοπλισμένης" γιορτινής ενδυμασίας, ενώ χρησιμοποιείται και το ρήμα "ντύνομαι" για να χαρακτηρίσει το επιμελημένο, κυρίως γιορτινό ντύσιμο. Ήταν έργο ειδικών τεχνιτών και αντανακλά τα βιώματα της ψυχής των απλών ανθρώπων. Το χαρακτηριστικό άσπρο χρώμα της φορεσιάς, συνάρτηση με την αγάπη στην καθαριότητα σε Πωγώνι – Δρόπολη. Η ενδυμασία είναι εντελώς ιδιότυπη και μάλλινη που ταιριάζει στο κλίμα του τόπου. Διαφέρει μεταξύ επίσημης και ανεπίσημης ανάλογα με την ηλικία, την κοινωνική κατάσταση και διαφέρει στις λεπτομέρειες στολισμού στα χωριά της περιοχής.Φοριόταν στα περισσότερα χωριά της σημερινής επαρχίας Πωγωνίου, εκτός από αυτά που βρίσκονται στη γραμμή των συνόρων (Αγία Μαρίνα, Χαραυγή- Βάλτιστα, Κτίσματα- Αρίνιστα, Νεοχώρι, Μαυρόπουλο, Αργυροχώρι). Στα χωριά αυτά, γνωστά και ως καμποχώρια, φορούσαν τη φορεσιά της Δερόπολης, τα Δεροπολίτικα ή Αρινιστιώτικα, όπως λέγονταν στο Κεράσοβο.
Η σύνθεση της Πωγωνήσιας φορεσιάς παρουσιάζει παραλλαγές, ανάλογα κυρίως με την ηλικιακή και κοινωνική κατάσταση της γυναίκας (αρραβωνιασμένη, παντρεμένη, νέα, περασμένης ηλικίας) αλλά και με την οικονομική κατάσταση της οικογένειας. Τέλος, διαφοροποιήσεις υπήρχαν από χωριό σε χωριό, κυρίως στα σχέδια των ντουλαμάδων και στον τρόπο που έδεναν την ομπόλια, στο λεγόμενο φακιόλισμα. Μεγάλη σημασία σαν όρος αναφοράς έχει η έννοια "νύφη", η οποία δε χαρακτηρίζει κατά απόλυτη έννοια μια κοπέλα την ημέρα του γάμου της αλλά γενικότερα τις νιόπαντρες, τις γυναίκες στην καλύτερή τους ηλικία, "που στολίζονται". Η ιδιαίτερα στολισμένη ενδυμασία "των νυφάδων" αποτελεί την ενδυματολογική παραλλαγή που έφτασε ως τις ημέρες μας, με την "φολκλορική" πλέον χρήση της.
Τα "σεγκούνια" τα πρωτοφορούσαν οι γυναίκες στους αρραβώνες τους και στη συνέχεια αποτελούσαν τον αποκλειστικό τρόπο ένδυσης. Ως τελευταίο χρονικό όριο για τη χρήση της παραδοσιακής ενδυμασίας αναφέρετε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Επίσης η μόνιμη εγκατάσταση σε κάποιο αστικό κέντρο συνεπαγόταν εγκατάλειψη της τοπικής ενδυμασίας. Τα τελευταία χρόνια πριν την κατάργηση της φορεσιάς οι γυναίκες τη φορούσαν μόνο στο γάμο τους και για μικρό χρονικό διάστημα μετά, "όσο ήταν νυφάδες", ενώ στη συνέχεια ντύνονταν με φουστάνια. Τα σεγκούνια τα φορούσαν πλέον τις "καλές" μέρες, σε επίσημες εκδηλώσεις. Ως αποκλειστικό και αυτονόητο ένδυμα φοριόταν μόνο από μερικές ηλικιωμένες γυναίκες, μέχρι τη δεκαετία του 1960.
Γυναικεία ενδυμασία: Η στολή αποτελείται από την ομπόλια ή μπόλια (κεφαλόδεσμος) η οποία έχει μήκος 4μ. περίπου και 0,25 εκ. πλάτος χρώματος λευκού ή λευκοκίτρινου μεταξωτή ή βαμβακερή. Στην ολόλευκη επιφάνεια της ομπόλιας υπάρχουν δύο κόκκινες γραμμές γνωστές ως πόσια. Κατά το δέσιμό της το ένα πόσι πρέπει να πέφτει στο μέτωπο και το άλλο στο πίσω μέρος της κεφαλής. Η ομπόλια καταλήγει στον αυχένα όπου κρέμεται μια φούντα με διαφανές πόσι (για τις γυναίκες που ο σύζυγός τους είναι εν ζωή, οι χήρες την έχουν μαζεμένη). Το ρούτι (πουκάμισο) είναι με πλατιά μανίκια σαν άσπρα ράσα από λινό ή βαμβακερό ύφασμα και φτάνει κάτω απ’ τα γόνατα. Στα πόδια φορούν δύο ζευγάρια κάλτσες, ένα κεντημένο με πλουμιά εξωτερικό άσπρο πάντα και σκεπάζει το καλάμι μέχρι την φτέρνα.
Σεγκούνι: Χωρίς μανίκια, κουτσομάνικο, με μανίκια μανικωτός. Το επίσημο σεγκούνι λέγεται σιαγιάκι, στολισμένο με μαύρη μπλέ ή καφέ τσόχα με 12-15 κουμπιά αργυρά επιχρυσωμένα στην επίσημη ενδυμασία.
Αλατζάς: Είναι επενδυτής με μανίκια με μεταξωτό ύφασμα και έχει κεντήματα από μεταξωτό κορδόνι.
Ζωνάρι: Είναι μήκους 3,25 καιμ πλάτος 0.35 και στις άκρες έχει κορδόνια και φούντες. Περιστρέφεται δυό τρεις φορές γύρω από τη μέση επάνω στο σαγιάκι ή στο σεγκούνι και από τα κορδόνια με τις φούντες τρεις κρέμονται δεξιά και τα άλλα κρύβονται κάτω από το ζωνάρι.
Υπάρχει η ποδιά, τα τσαπράκια και το μαντήλι (κρεμάμενο).
ΝΥΦΙΑΤΙΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ: Τα χρώματα , τα σχήματα , τα κεντήματα και τα κοσμήματα της νυφιάτικης φορεσιάς για παράδειγμα , εκφράζουν τα συναισθήματα χαράς και προσμονής , τις ευχές για ευτυχία και γονιμότητα .
Αντρική ενδυμασία: Πριν γενικευτεί το ταξίδεμα η αντρική φορεσιά ήταν η πολύπτυχη φουστανέλλα που έφτανε κάτω απ΄τα γόνατα και είχε πολλές δίπλες ενώ η κλέφτικη φουστανέλλα για να είναι πιο ευκίνητη είχε λιγότερες δίπλες και έφτανε πάνω απ΄τα γόνατα.Της φουστανέλλας το ύφασμα ήταν από χουμαή. Το πουκάμισο με φαρδιά μανίκια κεντημένα με άσπρο μετάξι.Το γιλέκο που κούμπωνε με δυό αράδες κουμπιά.
Πάνω από το γιλέκο πεσιλί ανοιχτό άσπρο μάλλινο με μανίκια στενά κλειστά μέχρι τον αγκώνα και από εκεί ανοιχτά μέχρι τους καρπούς όπου εκρέμοντο. Ζωστήρας, κάλτσες άσπρες, τσαρούχια και στο κεφάλι φέσι πολλές φορές τριγυρισμένο με μαντήλι.
Η κοινή ενδυμασία των χωρικών ήταν η μπενεβράκια, παντελίνι δηλαδή φαρδύ στους μηρούς φουσκωτό που στενεύει όσο κατεβαίνει και κουμπώνει κάτω απ΄τα γόνατα και δένεται στη μέση με βρακοζώνα. Επίσης πουκάμισο, φανέλλα, μάλλινο γιλέκο και κάλτσες. Είχαν την μπαρούτσα πανωφόρι για το κρύο με λαιμαργιά χωρίς μανίκια, μαύρο χρώμα φλοκωτή απ΄έξω έως τα γόνατα, είχε κουκούλα και κούμπωνε στο λαιμό. Υπήρχε και η κάπα (σιάρκα) που ήταν πανωφόρι χωρίς κεντήματα και όχι φλοκωτή απ΄μέσα. Άλλο είδος πανωφοριού ήταν και το ταλαγάνι επίσημο αλλά και κοινό με μαλλί προβάτου ή με μαλλί γιδίσιο.
ΤΕΛΟΣ!!!
Η σύνθεση της Πωγωνήσιας φορεσιάς παρουσιάζει παραλλαγές, ανάλογα κυρίως με την ηλικιακή και κοινωνική κατάσταση της γυναίκας (αρραβωνιασμένη, παντρεμένη, νέα, περασμένης ηλικίας) αλλά και με την οικονομική κατάσταση της οικογένειας. Τέλος, διαφοροποιήσεις υπήρχαν από χωριό σε χωριό, κυρίως στα σχέδια των ντουλαμάδων και στον τρόπο που έδεναν την ομπόλια, στο λεγόμενο φακιόλισμα. Μεγάλη σημασία σαν όρος αναφοράς έχει η έννοια "νύφη", η οποία δε χαρακτηρίζει κατά απόλυτη έννοια μια κοπέλα την ημέρα του γάμου της αλλά γενικότερα τις νιόπαντρες, τις γυναίκες στην καλύτερή τους ηλικία, "που στολίζονται". Η ιδιαίτερα στολισμένη ενδυμασία "των νυφάδων" αποτελεί την ενδυματολογική παραλλαγή που έφτασε ως τις ημέρες μας, με την "φολκλορική" πλέον χρήση της.
Τα "σεγκούνια" τα πρωτοφορούσαν οι γυναίκες στους αρραβώνες τους και στη συνέχεια αποτελούσαν τον αποκλειστικό τρόπο ένδυσης. Ως τελευταίο χρονικό όριο για τη χρήση της παραδοσιακής ενδυμασίας αναφέρετε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Επίσης η μόνιμη εγκατάσταση σε κάποιο αστικό κέντρο συνεπαγόταν εγκατάλειψη της τοπικής ενδυμασίας. Τα τελευταία χρόνια πριν την κατάργηση της φορεσιάς οι γυναίκες τη φορούσαν μόνο στο γάμο τους και για μικρό χρονικό διάστημα μετά, "όσο ήταν νυφάδες", ενώ στη συνέχεια ντύνονταν με φουστάνια. Τα σεγκούνια τα φορούσαν πλέον τις "καλές" μέρες, σε επίσημες εκδηλώσεις. Ως αποκλειστικό και αυτονόητο ένδυμα φοριόταν μόνο από μερικές ηλικιωμένες γυναίκες, μέχρι τη δεκαετία του 1960.
Γυναικεία ενδυμασία: Η στολή αποτελείται από την ομπόλια ή μπόλια (κεφαλόδεσμος) η οποία έχει μήκος 4μ. περίπου και 0,25 εκ. πλάτος χρώματος λευκού ή λευκοκίτρινου μεταξωτή ή βαμβακερή. Στην ολόλευκη επιφάνεια της ομπόλιας υπάρχουν δύο κόκκινες γραμμές γνωστές ως πόσια. Κατά το δέσιμό της το ένα πόσι πρέπει να πέφτει στο μέτωπο και το άλλο στο πίσω μέρος της κεφαλής. Η ομπόλια καταλήγει στον αυχένα όπου κρέμεται μια φούντα με διαφανές πόσι (για τις γυναίκες που ο σύζυγός τους είναι εν ζωή, οι χήρες την έχουν μαζεμένη). Το ρούτι (πουκάμισο) είναι με πλατιά μανίκια σαν άσπρα ράσα από λινό ή βαμβακερό ύφασμα και φτάνει κάτω απ’ τα γόνατα. Στα πόδια φορούν δύο ζευγάρια κάλτσες, ένα κεντημένο με πλουμιά εξωτερικό άσπρο πάντα και σκεπάζει το καλάμι μέχρι την φτέρνα.
Σεγκούνι: Χωρίς μανίκια, κουτσομάνικο, με μανίκια μανικωτός. Το επίσημο σεγκούνι λέγεται σιαγιάκι, στολισμένο με μαύρη μπλέ ή καφέ τσόχα με 12-15 κουμπιά αργυρά επιχρυσωμένα στην επίσημη ενδυμασία.
Αλατζάς: Είναι επενδυτής με μανίκια με μεταξωτό ύφασμα και έχει κεντήματα από μεταξωτό κορδόνι.
Ζωνάρι: Είναι μήκους 3,25 καιμ πλάτος 0.35 και στις άκρες έχει κορδόνια και φούντες. Περιστρέφεται δυό τρεις φορές γύρω από τη μέση επάνω στο σαγιάκι ή στο σεγκούνι και από τα κορδόνια με τις φούντες τρεις κρέμονται δεξιά και τα άλλα κρύβονται κάτω από το ζωνάρι.
Υπάρχει η ποδιά, τα τσαπράκια και το μαντήλι (κρεμάμενο).
ΝΥΦΙΑΤΙΚΗ ΦΟΡΕΣΙΑ: Τα χρώματα , τα σχήματα , τα κεντήματα και τα κοσμήματα της νυφιάτικης φορεσιάς για παράδειγμα , εκφράζουν τα συναισθήματα χαράς και προσμονής , τις ευχές για ευτυχία και γονιμότητα .
Αντρική ενδυμασία: Πριν γενικευτεί το ταξίδεμα η αντρική φορεσιά ήταν η πολύπτυχη φουστανέλλα που έφτανε κάτω απ΄τα γόνατα και είχε πολλές δίπλες ενώ η κλέφτικη φουστανέλλα για να είναι πιο ευκίνητη είχε λιγότερες δίπλες και έφτανε πάνω απ΄τα γόνατα.Της φουστανέλλας το ύφασμα ήταν από χουμαή. Το πουκάμισο με φαρδιά μανίκια κεντημένα με άσπρο μετάξι.Το γιλέκο που κούμπωνε με δυό αράδες κουμπιά.
Πάνω από το γιλέκο πεσιλί ανοιχτό άσπρο μάλλινο με μανίκια στενά κλειστά μέχρι τον αγκώνα και από εκεί ανοιχτά μέχρι τους καρπούς όπου εκρέμοντο. Ζωστήρας, κάλτσες άσπρες, τσαρούχια και στο κεφάλι φέσι πολλές φορές τριγυρισμένο με μαντήλι.
Η κοινή ενδυμασία των χωρικών ήταν η μπενεβράκια, παντελίνι δηλαδή φαρδύ στους μηρούς φουσκωτό που στενεύει όσο κατεβαίνει και κουμπώνει κάτω απ΄τα γόνατα και δένεται στη μέση με βρακοζώνα. Επίσης πουκάμισο, φανέλλα, μάλλινο γιλέκο και κάλτσες. Είχαν την μπαρούτσα πανωφόρι για το κρύο με λαιμαργιά χωρίς μανίκια, μαύρο χρώμα φλοκωτή απ΄έξω έως τα γόνατα, είχε κουκούλα και κούμπωνε στο λαιμό. Υπήρχε και η κάπα (σιάρκα) που ήταν πανωφόρι χωρίς κεντήματα και όχι φλοκωτή απ΄μέσα. Άλλο είδος πανωφοριού ήταν και το ταλαγάνι επίσημο αλλά και κοινό με μαλλί προβάτου ή με μαλλί γιδίσιο.
ΤΕΛΟΣ!!!
ΠΑΡΑΔΟΣΙΚΟΙ ΧΟΡΟΙ ΠΩΓΩΝΙΟΥ!!!!
Ο Πωγωνίσιος, είναι ο χορός που συμπυκνώνει για τους Ηπειρώτες την διαχρονική τραγουδιστική και μουσικοχορευτική έκφρασή τους, αφού συμπεριλαμβάνει και αγκαλιάζει την αρχαία Ελληνική παράδοση, με την ανημίτονη πεντατονική κλίμακα, αλλά και τη σύγχρονη μουσική ταυτότητα της περιοχής του Πωγωνίου, που έχει ως κύριο χαρακτηριστικό την «δωρικότητα», την λιτότητα και την ομαδικότητα.
Πωγωνίσιος (Συρτός στα δύο)
Ένας κατεξοχήν ηπειρωτικός χορός, διαφορετικές εκδοχές του οποίου απαντώνται και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Στην Ήπειρο, είναι από τους πιο διαδεδομένους χορούς, καθώς η πλειοψηφία των ηπειρωτικών χορών καταλήγουν σε «Συρτό στα δύο». Ονομάζεται και Πωγωνίσιος, καθώς προέρχεται συγκεκριμένα από την περιοχή Πωγωνίου του Νομού Ιωαννίνων. Είναι χορός με έντονη σούστα (ανεβοκατέβασμα του κορμού) σε όλα τα βήματα και χορεύεται και από γυναίκες και από άντρες.
Συρτός στα τρία Ο Συρτός στα τρία χορεύεται σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, αλλά κυρίως στην Ήπειρο. Είναι χορός που χορεύεται και από άντρες και από γυναίκες και χαρακτηρίζεται από αργό ρυθμό και συνεχή σούστα.